Συμβούλιο της Επικρατείας - Ολομέλεια αριθμός 616/2021 – Αίτηση Αναίρεσης
Σύμφωνα με τα πραγματικά περιστατικά, εκδόθηκε η από 24.12.2015 οριστική πράξη προσδιορισμού φόρου εισοδήματος του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. Θεσσαλονίκης, οικονομικού έτους 2005, με την οποία καταλογίσθηκε σε βάρος της αναιρεσίβλητης διαφορά κύριου φόρου εισοδήματος ποσού 12.885,86 €, καθώς και πρόσθετος φόρος λόγω ανακρίβειας ποσού 15.463,03 €. Ωστόσο, η συγκεκριμένη πράξη κοινοποιήθηκε την 01.02.2016
Μετά την άσκηση προσφυγής από την αναιρεσίβλητη εταιρεία το πρωτοβάθμιο δικαστήριο (Διοικητικό Πρωτοδικείο Θεσσαλονίκης, αριθμός απόφασης 3666/2018), αφού δέχθηκε ότι η από 24.12.2015 πράξη εκδόθηκε μετά την περιέλευση σε γνώση του Προϊσταμένου της Δ.Ο.Υ. συμπληρωματικών, κατά την έννοια του άρθρου 68 παρ. 2 Κ.Φ.Ε., στοιχείων, και συγκεκριμένα της από 29.4.2014 έκθεσης ελέγχου Κ.Β.Σ. του Σ.Δ.Ο.Ε., της οποίας έλαβε για πρώτη φορά γνώση στις 27-5-2014, μετά δηλαδή τη συμπλήρωση της προβλεπόμενης στην παρ. 1 του άρθρου 84 Κ.Φ.Ε. πενταετούς παραγραφής, έκρινε, μεταξύ άλλων, ότι: α) ο χρόνος παραγραφής της αξίωσης του Δημοσίου να καταλογίσει τον επίδικο φόρο για την ένδικη χρήση έληγε στις 31.12.2015, β) η εν λόγω παραγραφή δεν διακόπηκε με την έκδοση της καταλογιστικής του φόρου πράξης στις 24.12.2015, δεδομένου ότι η διάταξη του άρθρου 72, παρ. 11 εδαφ. γ του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας δεν τυγχάνει εν προκειμένω εφαρμογής λόγω αντισυνταγματικότητας.
Ας σημειωθεί ότι η ανωτέρω διάταξη του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (Ν. 4174/2013) ορίζει ότι «όπου σε κείμενες διατάξεις ουσιαστικού φορολογικού δικαίου, που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας προβλέπεται προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του Δημοσίου να κοινοποιεί φύλλα ελέγχου, πράξεις προσδιορισμού φόρου, πράξεις επιβολής προστίμων η παραγραφή διακόπτεται με την έκδοσή της». (εφεξής επίδικη ρύθμιση)
Με την με αριθμό 861/2020 απόφαση του Μονομελούς Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης απορρίφθηκε η έφεση του Ελληνικού Δημοσίου κατά της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης και κρίθηκε αντισυνταγματική επίδικη ρύθμιση.
Το Ελληνικό Δημόσιο και ειδικότερα η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων άσκησε αίτηση αναίρεσης ενώπιον του ΣτΕ. Αν και το ποσό της διαφοράς ήταν κατώτερο των 40.000 ευρώ (βλ. παρ. 3, άρθρο 54 ΠΔ 18/1989) το ΣτΕ έκρινε ότι η αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση περιείχε ρητή κρίση περί αντισυνταγματικότητας.
Μεταξύ των ισχυρισμών που προέβαλε το Δημόσιο, προκειμένου να αμφισβητήσει την κρίση περί αντισυνταγματικότητας της ανωτέρω διάταξης, ήταν ότι η κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης δεν αποτελεί στοιχείο του υποστατού και του κύρους της, αλλά μόνον την αφετηρία της προθεσμίας προσβολής της.
Το ΣτΕ απέρριψε τον ισχυρισμό του Δημοσίου και επιβεβαίωσε την ανωτέρω κρίση του Διοικητικού Εφετείου Θεσσαλονίκης ότι είναι ανίσχυρη ως αντικείμενη στο Σύνταγμα η πρόβλεψη της διάταξης του άρθρου 72 παρ. 11 εδ. γ περί διακοπής της προθεσμίας παραγραφής αξίωσης του Δημοσίου από την στιγμή της έκδοσης της πράξης και όχι από τη στιγμή της κοινοποίησης αυτής.
Το Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο θεμελίωσε την κρίση του, μεταξύ άλλων, στα κάτωθι:
Πρώτον, η τήρηση της προθεσμίας παραγραφής αξίωσης του Δημοσίου δεν δύναται να συναρτάται με γεγονός άγνωστο προς τον διοικούμενο και να επέρχεται πριν από την κοινοποίηση της καταλογιστικής πράξης.
Δεύτερον, οι διοικούμενοι εκτίθενται σε μακρά περίοδο ανασφάλειας δικαίου και δεν επιτυγχάνεται η ταχύτερη εκκαθάριση των υποχρεώσεων τους προς διευκόλυνση του προγραμματισμού της οικονομικής δραστηριότητας και προς όφελος της ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας.