Η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας ως νέα επενδυτική πρόκληση
Με τον νόμο 4951/2022 (ΦΕΚ Α 129/4.7.2022) για τον εκσυγχρονισμό της αδειοδοτικής διαδικασίας των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (εφεξής ΑΠΕ), την αδειοδότηση παραγωγής και αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας κ.λπ. ρυθμίστηκαν ζητήματα σχετικά με τη δραστηριότητα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας.
Η αποθήκευση ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί μια νέα επενδυτική πρόκληση με ιδιαίτερα σημαντικές επιπτώσεις στην αγορά ενέργειας. Ειδικότερα η δραστηριότητα της αποθήκευσης συμβάλει:
α) στην διασφάλιση της ασφάλειας εφοδιασμού ηλεκτρικής ενέργειας, διότι η τεχνολογική εξέλιξη καθιστά δυνατή την αποθήκευση της ηλεκτρικής ενέργειας αντιμετωπίζοντας σε ένα βαθμό την μεταβλητότητά ΑΠΕ.
β) στην εξισορρόπηση των δικτύων ηλεκτρικής ενέργειας και εξοικονόμηση πλεονάζουσας ενέργειας,
γ) στη δημιουργία μιας εύρυθμης εσωτερικής αγοράς με χαμηλότερες τιμές για τους καταναλωτές.
δ) στη μετάβαση προς μια οικονομία ουδέτερη από εκπομπές άνθρακα.
Η δραστηριότητα αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας αποτελεί ανταγωνιστική δραστηριότητα και απαγορεύεται στους διαχειριστές συστήματος μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας (με κάποιες ελάχιστες εξαιρέσεις) να έχουν στην ιδιοκτησία τους, να αναπτύσσουν, να διαχειρίζονται ή να λειτουργούν εγκαταστάσεις αποθήκευσης ενέργειας. Με άλλα λόγια, ο ιδιωτικός τομέας έχει την ευκαιρία να συμμετέχει ενεργά στην συγκεκριμένη αγορά που, ήδη αναπτύσσεται και θα αναπτυχθεί τα επόμενα χρόνια.
Η συγκεκριμένη ενεργειακή δραστηριότητα επιτρέπεται σε φυσικά ή νομικά πρόσωπα στα οποία έχει χορηγηθεί άδεια αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας ή τα οποία έχουν νομίμως εξαιρεθεί από την υποχρέωση αυτή.
Η άδεια αποθήκευσης ηλεκτρικής ενέργειας χορηγείται από τη Ρυθμιστική Αρχή Ενέργειας (Ρ.Α.Ε.) για χρονικό διάστημα έως και είκοσι πέντε (25) ετών και μπορεί να παραταθεί για ίσο χρόνο με τους όρους και τις προϋποθέσεις που προβλέπονται στον παρόντα και στον Κανονισμό Αδειών Αποθήκευσης. Ειδικά για τους σταθμούς αποθήκευσης τεχνολογίας αντλησιοταμίευσης, η άδεια αποθήκευσης χορηγείται για χρονικό διάστημα έως και τριάντα πέντε (35) ετών.